Θεωρείται ήδη μια από τις καλύτερες ταινίες της αλβανικής παραγωγής, που έχουν γυριστεί ποτέ. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι με την Ελλάδα και τη Γαλλία να έχουν βάλει το “χεράκι” τους σε σημαντικό βαθμό, ο σκηνοθέτης Μπουγιάρ Αλιμάνι έχει να υπερηφανεύεται ότι τρεις χώρες “ερίζουν” τρόπον τινά για την καταγωγή της. Ο ίδιος μέσα σε 28 μέρες, χρόνος ρεκόρ για γύρισμα σε 35mm, σκηνοθέτησε μια πολύ ιδιότυπη ιστορία που λαμβάνει χώρα στη σύγχρονη Αλβανία. Βάσει νέου κανονισμού, οι σύζυγοι των φυλακισμένων μπορούν να τους επισκέπτονται σε ειδικούς χώρους των φυλακών, προκειμένου να κάνουν σεξ. Στο περιθώριο αυτής της κατάστασης, ένας άντρας (σύζυγος φυλακισμένης) και μια γυναίκα (σύζυγος άλλου φυλακισμένου) ερωτεύονται παράφορα.
Η “Αμνηστία” έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Φόρουμ της φετινής Μπερλινάλε, απ’ όπου και έλαβε το βραβείο C.I.C.A.E. Έχει προβληθεί ήδη σε περισσότερα από 15 φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο, έχοντας βραβευτεί σε εκείνο του Λέτσε με τα βραβεία FIPRESCI, το Μεγάλο Ειδικό της Επιτροπής, και του Cineuropa. Πρόσφατα έκανε την πανελλήνια πρεμιέρα της στο 17ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας, κι από αύριο προβάλλεται στις αίθουσες. Ο Μπουγιάρ Αλιμάνι, πολυβραβευμένος μικρομηκάς στο παρελθόν (δες “Το Κατώι”, “Υγραέριο”, “Μπούσουλας”, “Πυξίδα”) με θητεία και στο θέατρο, μίλησε στο SevenArt για την πρώτου μεγάλου μήκους ταινία του, καθώς και για το θολό τοπίο στο ελληνικό σινεμά εν γένει.
“Γιατί να παρακαλάω το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης;”
Γιατί επέλεξες τον τίτλο "Αμνηστία" για την ταινία σου;
Ο αρχικός τίτλος ήταν “Πέρα από την Αμνηστία” όπως υπάρχει αυτός ο έρωτας πριν και μετά την αμνηστία, αλλά και τι σημαίνει συγχώρεση σε συμβολικό και πραγματικό επίπεδο. Και η αλήθεια είναι ότι ο Γάλλος συμπαραγωγός όταν συζητούσαμε τον τίτλο, μου λέει “ok, “Beyond Amnesty” στα αγγλικά ισχύει αλλά στα γαλλικά δεν είναι και τόσο καλό, θα πρέπει να το κάνουμε “Αμνηστία”". Κι έτσι, μέσα απ’ αυτό το “αστείο” στο τμήμα Crossroads του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ξεκίνησα να το ονομάζω “Αμνηστία”. Και είναι και όλες οι ταινίες μικρού μήκους μου μονολεκτικές (“Το Κατώι”, “Υγραέριο”, “Μπούσουλας”, “Πυξίδα”). Είναι πιο μίνιμαλ.
Μίλησε μου λίγο γι’ αυτό το νέο νόμο στις φυλακές της Αλβανίας. Τι ακριβώς σου κίνησε το ενδιαφέρον για να γυρίσεις αυτό το θέμα;
Ισχύει ακόμα. Πριν τρία χρόνια βγήκε αυτός ο νόμος κι επειδή είχαμε περάσει μια πολύ μαύρη κομουνιστική περίοδο, κυρίως με τις φυλακές που ήταν οι πολιτικοί κρατούμενοι, η Αλβανία έκανε αυτό το βήμα, άλλωστε είναι κι ένας από τους όρους της Ε.Ε. για την ένταξη της Αλβανίας. Ανάμεσα σ’ όλα τα άλλα, ήταν και το φτιάξιμο ειδικών κελιών ώστε να συνευρίσκονται για ερωτική επαφή οι σύζυγοι των φυλακισμένων. Στάθηκα σ’ αυτό, μου άρεσε πάρα πολύ, με την έννοια ότι αισθάνθηκα κάτι πολύ ενδιαφέρον και σε κινηματογραφικό επίπεδο θα ήταν αυτή η βάση, αυτός ο τοίχος, αυτή η γη ας πούμε που θα πάταγα για να γράψω το σενάριο. Όπως κι έγινε. Ακόμα και μόνο λέγοντας αυτό το πράγμα, έχει πολύ ενδιαφέρον για όποιον το ακούει. Και με τις τρεις γραμμές από τη σύνοψη ακόμη. Κινεί το ενδιαφέρον να πας να δεις τι ακριβώς συμβαίνει.
Εσύ είχες κάποιο γνωστό που επωφελήθηκε, ή ήρθες σε επαφή με αφορμή την ταινία με επισκέπτη ή κρατούμενο;
Όχι, κανέναν απολύτως. Απλώς είχα ρωτήσει κάποια τεχνικά πράγματα μερικούς αστυνομικούς. Πώς έρχονται, πώς μπαίνουν μέσα, τι κάνουν κλπ. Δεν είχα καμία επαφή με ανθρώπους που πήγαιναν στις φυλακές για να κάνουν έρωτα. Είναι σαν “ινκόγκνιτο” λίγο-πολύ αυτό, δηλαδή οι άνθρωποι που πηγαίνουν εκεί, για την “επίσκεψη”, δεν δηλώνουν ακριβώς τον λόγο της παρουσίας τους. Ακόμη η παλιά Αλβανία, το κατεστημένο, η “βαριά” κοινή γνώμη, είναι λίγο εναντίον τους. Δηλαδή δεν μπορείς να τους δηλώσεις ό,τι πάω να δω τον άντρα μου και να κάνω σεξ μαζί του στη φυλακή. Είναι “μη μου άπτου” αυτά τα πράγματα, οπότε δεν θα είχα απ’ αυτούς πληροφορίες.
Εκτός όμως από το συγκεκριμένο κανονισμό των φυλακών που είναι καινούριος, συναντάμε κι ένα “έθιμο” πολύ παλιό: την εκδίκηση για λόγους τιμής. Πόσο ισχυρό είναι αυτό στις μέρες μας στην Αλβανία;
Κοίταξε, προβλήθηκε η ταινία μου στο Πόγκραντετς πριν λίγες μέρες, στην πόλη όπου έγιναν τα γυρίσματα, εκεί που είναι η λίμνη, και πριν ξεκινήσει η προβολή ένας από τους γνωστούς μου που με είχε βοηθήσει τότε στην ταινία, μου λέει “πριν δύο μέρες ένας παππούς σκότωσε τη νύφη του εν ψυχρώ”. Οπότε λέω ότι μάλλον έχω δίκιο. Δηλαδή, δεν έλεγα τόσα ψέματα, δεν ήταν ένα φινάλε σοκαριστικό, δεν ήταν σόου δηλαδή, για να κάνω εντύπωση. Συμβαίνουν αυτά τα πράγματα. Δηλαδή, όπως πρόσεξες και στην ταινία, ο πεθερός της μία τη συγχωρεί, δύο τη συγχωρεί, αλλά την τρίτη φορά ήταν ανεπίτρεπτο γι’ αυτόν. Άσχετα αν είμαι με τους νέους, με το ζευγάρι που ερωτεύεται, δεν θα πω τη λέξη “παράνομος” έρωτας, άλλωστε δεν ξέρουμε τι είναι νόμιμο και τι παράνομο, εμείς πάντοτε βάζουμε τους όρους.
Θα έλεγα ωστόσο ότι η “Αμνηστία” δεν αφορά μόνο την σύγχρονη Αλβανία αλλά και την Ελλάδα, και γενικά αρκετές χώρες που ακροβατούν μεταξύ της Ανατολής και της Δύσης.
Προφανώς, είμαστε Βαλκάνιοι και τα ‘χουμε αυτά. Ακόμα και στην Ελλάδα υπάρχει αυτή η φράση “να μη δίνεις δικαίωμα στη γειτονιά”. Είναι εντελώς γελοίο. Είναι ακριβώς αυτό που με ρωτάς. Απ’ έξω πρέπει να δείξουμε μια εικόνα “καθαρή”. Δεν πρέπει να κάνουμε αυτό, δεν πρέπει να κάνουμε εκείνο. Μια κοινωνία “καθώς πρέπει” δηλαδή. Αυτό λένε κι οι Αλβανοί. Δηλαδή, ήρθε και στο σπίτι ο γκόμενος, ε, πια αυτό δεν αντέχεται. Την άλλη μέρα ο πεθερός δεν θα ‘βγαινε έξω, δεν θα ‘βγαινε στην πόλη. Κι εγώ είμαι μαζί του, ξέρεις, πολλές φορές παρεξηγούν τη σχέση που έχω ως σκηνοθέτης κι σεναριογράφος με την εικόνα αυτή, δηλαδή με την φιγούρα, που είναι στην ουσία κι αυτός θύμα. Και πολλές φορές λέμε “η παλιά Αλβανία έτσι, αλλιώς κλπ”. Αλλά είναι μια πολύ πονεμένη εικόνα κι αυτή του παππού…
Ποιες διαφορές και ομοιότητες βλέπεις στα Κέντρα Κινηματογράφου Ελλάδας και Αλβανίας;
Προς το παρόν είναι πολύ μπροστά το Αλβανικό Κέντρο Κινηματογράφου. Σε μια εποχή κρίσης που στην Ελλάδα δεν λειτουργεί τίποτα, είναι όλα στο μηδέν, κυρίως στον πολιτισμό και περισσότερο στο σινεμά. Είναι ένα σχεδόν ανύπαρκτο από άποψη δράσης Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου. Με μηδέν μπάτζετ και πολλά χρέη, με χρεωμένες ταινίες και παραγωγές, από τις οποίες προσπαθεί να πληρώσει μερικά σπασμένα. Ενώ στην Αλβανία είναι διαφορετική η κατάσταση. Η Αλβανία προσπαθεί, αλλά δίνει μετρητά όταν χρειάζεται. Αυτή είναι η διαφορά. Ελπίζω να μην φτάσουμε κι εμείς στο σημείο να έχουμε την κακή διαχείριση που υπήρξε στο ελληνικό σινεμά.
Εσύ δυσκολεύτηκες να γυρίσεις την "Αμνηστία";
Όχι, γιατί είχα στη διάθεση μου και το Eurimages, το Αλβανικό Κέντρο Κινηματογράφου.
Παλιότερα είχες πει ότι περιμένεις το νέο νόμο για τον κινηματογράφο. Τώρα που ο νόμος ήρθε, πώς τον κρίνεις;
Πιστεύω ότι θα πρέπει να βοηθιούνται περισσότερο οι σκηνοθέτες και όχι οι παραγωγοί. Αυτό πιστεύω.
Την Ελληνική Ακαδημία κινηματογράφου πώς την κρίνεις; Δεν ήσουν και πολύ θερμός απ’ όσο ξέρω μαζί της.
Όχι ακριβώς. Πιστεύω ότι δεν μπορεί να σηκώσει η Ελλάδα αυτό το βάρος το οποίο “μιμείται” από χώρες όπως οι Η.Π.Α. Αλλά δεν είμαι και κατά. Απλώς πιστεύω ό,τι η τέχνη είναι μια πολύ προσωπική υπόθεση. Δε νομίζω ότι μπορεί να γίνει τόσο με αγώνες, δεν πιστεύω στα συνδικάτα. Όχι ότι έχω κάτι εναντίον τους αλλά έχει αποδειχτεί… Ξέρεις κάτι; Οι επαναστάσεις πάνε μέχρι ένα σημείο και τελειώνουν, δεν ξέρω γιατί. Οι άνθρωποι γίνονται ένα μ’ αυτούς που έχουν απέναντι τους. Δηλαδή δεν πιστεύω σε μια “λουλουδένια επανάσταση”, είμαι κατά.
Αυτό είναι αιχμή για τους “κινηματογραφιστές στην ομίχλη”;
Και γι’ αυτούς. Πού είναι τώρα; Δηλαδή, έγινε πολύς ντόρος, θόρυβος, και; Πού είναι, τι γίνανε, τι κάνουν; Κέρδισαν το νέο νόμο; Δεν ξέρω, για να δούμε… Ζούμε σε μια δύσκολη εποχή και βλέπεις τι γίνεται. Πολλές ταινίες γυρίζονται με όρους guerilla σινεμά. Χωρίς “ομίχλη”, χωρίς “ακαδημία”, χωρίς “κέντρο”, χωρίς τίποτα. Δεν πρέπει να είναι έτσι. Πρέπει να υπάρχει Κέντρο, στήριξη κλπ. Απ’ την άλλη μεριά, μόνο αν βγούμε στο εξωτερικό πιστεύω ότι μπορούμε να σωθούμε. Και δυστυχώς στην Ελλάδα, δύσκολα βγαίνουν οι κινηματογραφιστές έξω. Και δεν λέω για μια ταινία που πηγαίνει σε φεστιβάλ, μιλάω για το στάδιο της προ-παραγωγής.
Συμμετέχοντας στις Νύχτες Πρεμιέρας σημαίνει κι ότι αποκλείεται η ταινία σου από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης;
Δεν είναι θέλησή μου να μη συμμετάσχω. Είναι θέληση των διευθυντών του φεστιβάλ. οι οποίοι δεν απάντησαν ποτέ στην αίτηση μου, δεν απάντησαν ούτε στους συμπαραγωγούς της ταινίας, ούτε στην παραγωγή, όπως και στον Θάνο Αναστόπουλο που είναι ο Έλληνας συμπαραγωγός. Πήραν την ταινία και δεν απάντησαν ποτέ αν τη θέλουν ή όχι. Οπότε, είπαμε να μην καθυστερήσουμε, να μην χτυπήσουμε πόρτες, να μην παρακαλάμε για μια ταινία που πήρε Eurimages, που προβλήθηκε στη Μπερλινάλε -και δεν πήγε Βερολίνο μόνο επειδή είναι αλβανική ταινία όπως πολλές φορές της βάζουν τη βούλα, την ετικέτα, τη σφραγίδα αυτή, πήρε το βραβείο C.I.C.A.E. -ούτε γι’ αυτό παρακαλέσαμε κανέναν, όπως πρόκειται και για μία ταινία που έγραψαν διθυράμβους στη Γερμανία και σε πολλά κινηματογραφικά περιοδικά απ’ όλο τον κόσμο, που έχει κλείσει σε 16 διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ (σε λίγες μέρες προβάλλεται και στο Σικάγο). Οπότε, γιατί το Φ.Κ.Θ., ένας θεσμός που τον αγαπώ πολύ κι έχω πάει με όλες τις ταινίες μου. να μη με καλέσει, να μη συμπεριλάβει την ταινία σ’ ένα οποιοδήποτε τμήμα. Αλλά προφανώς πληρώνω το τίμημα -αν και δεν αρέσει αυτό, θα το πω επειδή εντέλει αυτό μ’ αφήνουν να πιστεύω- ότι πληρώνω την εθνικότητά μου. Πέρα από τις μπούρδες “σ’ αγαπάμε, σε λατρεύουμε, είσαι δικός μας” κι όλα αυτά… Λυπάμαι που το λέω αλλά έτσι είναι τα πράγματα. Δεν θα κάτσω να παρακαλέσω τους διευθυντές του Φ.Κ.Θ. Ήμουν στο επίσημο διαγωνιστικό του Φεστιβάλ του Σεράγεβο. Η ταινία προβάλλεται στα Άδανα αυτές τις μέρες και σε δύο φεστιβάλ στην Τουρκία, ακόμη στην Κύπρο, τα Ιεροσόλυμα, γιατί να παρακαλέσω το Φ.Κ.Θ.;
Η σχέση σου με την τεχνολογία ποια είναι;
Όχι πολύ καλή. Και να σου πω κάτι; Δεν σου φαίνεται περιττό ότι ο σκηνοθέτης πρέπει πλέον να ξέρει τα πάντα; Εγώ γνωρίζω να γράφω το σενάριο, να σκηνοθετώ. Δηλαδή, τα του Θεού τω Θεώ και τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Όχι ότι αποκλείω ταινίες και σκηνοθέτες οι οποίοι τράβηξαν φωτογραφία μόνοι τους, και σκηνοθέτησαν και μόνταραν και παίξανε μόνοι τους. Είναι πολύ βάρος για μένα αυτό και πιστεύω ότι το σινεμά είναι μια ομαδική δουλειά, όπως το θέατρο.
Ποιο θα είναι το επόμενο βήμα σου μετά την "Αμνηστία";
Το “Gold”. Είναι για τα ορυχεία. Παιδιά που μετά το σχολείο πάνε να δουλέψουν στα ορυχεία. Και δείχνει τη σχέση μιας μάνας με τον γιο της. Διαδραματίζεται κι αυτό στην Αλβανία. Η τρίτη ταινία μπορεί να είναι ελληνική. Έχω ένα θέμα, μια ιδέα, θα δούμε. Ούτως ή άλλως δουλεύω γρήγορα…
Όντως, κάνεις ταινίες σχεδόν κάθε χρόνο!
Ναι, απ’ το 2002 έχω τέσσερις μικρού μήκους και μία μεγάλου μήκους, μέσα σε οχτώ χρόνια. Με συμμετοχές σε πάρα πολλά φεστιβάλ… Και να είμαι και μετανάστης, έτσι; Να έχω ένσημα, ένα μισθό, να πληρώνω ενοίκιο. Δεν ζω από τις ταινίες.
Η ταινία σου θα βγει στις 29 Σεπτεμβρίου στον Μικρόκοσμο και την Ταινιοθήκη της Ελλάδος. Πιστεύεις ότι θα σε στηρίξουν οι συμπατριώτες σου στην Ελλάδα;
Πιστεύω πως ναι αλλά για να είμαι ειλικρινής, ελπίζω περισσότερο στη στήριξη από το ελληνικό κοινό. Θεωρώ ότι στην Ελλάδα έχω περισσότερους Έλληνες φαν… Όχι ότι δεν θα έρθουν και οι Αλβανοί, δεν το συζητώ, το δουλεύουμε και προσπαθούμε να το μάθουν όσο γίνεται περισσότεροι. Έκαναν άλλωστε και δύο φεστιβάλ αλβανόφωνου κινηματογράφου, τα οποία πήγαν πάρα πολύ καλά από άποψη κόσμου.
Εύχομαι να πάει καλά η “Αμνηστία” και να συνεχίσεις να κάνεις ταινίες και…
Και να μην αλλάξω! Μακάρι να μην αλλάξω...
Ναι, αν και θα ‘ρθουν κι οι προτάσεις από το Χόλιγουντ…
Όχι, όχι, δε νομίζω, αγαπάω Κιαροστάμι και Παναχί, οπότε δεν… Μεγάλωσα, δεν μου κάνουν τίποτα πια όλα αυτά…
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο κινηματογραφικό portal www.sevenart.gr (28-9-11).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου