Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2010

Ετήσια έκθεση των ΗΠΑ για τις θρησκευτικές ελευθερίες


- Διαπιστώνει τις δυσκολίες για την κατασκευή Ορθόδοξων ναών στο Αργυρόκαστρο και την Αυλώνα
- Οι θρησκευτικές κοινότητες δεν έχουν πάρει την ακίνητη περιουσία
- Παρακρατούνται απ΄την Ορθόδοξοι εκκλησία αυθαίρετα οι ιερές εικόνες και το αρχείο που κατασχέθηκαν κατά των αθεϊστικό διωγμό
 Του Ευθυμίου Κώστα
 Το Στεϊτ Ντιπάρτμεντ, κατά τη συνήθη διαδικασία του, έδωσε προχθές (17 Νοεμβρίου 2010) την ετήσια Έκθεση για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες ανά τον κόσμο. Πρόκειται για μια Έκθεση η οποία ενημερώνεται κατ’ έτος απ’ τις διπλωματικές αντιπροσωπείες ανά χώρα των ΗΠΑ αλλά και από ειδικές αποστολές.

Ειδικά τώρα σε ότι μας αφορά, η φετινή Έκθεση για άλλη μια φορά αναφέρεται στην πολύτιμη εμπειρία στην Αλβανίας, αυτή της διαθρησκευτικής ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας. Με μια αρκετά προσεκτική διατύπωση η Έκθεση αναφέρει ότι κεντρικό γνώρισμα της μετακομμουνιστικής Αλβανίας παραμένει το υψηλό ποσοστό των αδιάφορων στα θέματα της θρησκείας, αυτών δηλαδή που δεν έχουν και συνειδητή δήλωση συμμετοχής σε κάποια θρησκευτική κοινότητα.
 Η Έκθεση αναφέρεται βέβαια στο γεγονός πως η πολιτεία αναγνωρίζει μόνο τέσσερεις παραδοσιακές θρησκευτικές κοινότητες με τις οποίες και έχει υπογράψει ειδικές συμφωνίες αμοιβαίας αναγνώρισης και συνεργασίας. Τούτο ειδικά στο φόντο της επίμονης μονομέρειας των ΗΠΑ για να εντοπίσει και προβάλει την ύπαρξη ομάδων Προτεστάντικης ιεραποστολής ή φαινομένων όπως οι Ιεχωβάδες ή Μπαχαϊ κλπ.
Η Έκθεση αναφέρει ότι το κράτος παραμένει χωρίς επίσημη θρησκεία, τηρεί το λαϊκό χαρακτήρα και στη δημόσια παιδεία δεν παρέχονται γνώσεις που αφορούν τις διάφορες θρησκείες.
Αναφερόμενη στις δραστηριότητες των παραδοσιακών θρησκευτικών κοινοτήτων, η Έκθεση του Στεϊτ Ντιπάρτμεντ για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες στην Αλβανία κάνει ειδική μνεία στη μέριμνα της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας ώστε να δημιουργήσει συνθήκες κατάρτισης για τις ανάγκες του κλήρου της και άλλων στελεχών.
Η Έκθεση, θέλοντας να μπει και σε λεπτομέρειες για τον τρόπο πως η πολιτεία στην Αλβανία οικοδομεί τις σχέσεις με τις Θρησκευτικές Κοινότητες σε συγκεκριμένες παραμέτρους, αναφέρει για την πρόοδο που έχει σημειωθεί με την κατασκευή του νέου Καθεδρικού Ναού της Αναστάσεως στα Τίρανα. Εκείνο που μας ενδιαφέρει άμεσα είναι ότι και οι Αμερικανοί έχουν διαπιστώσει και συμπεριλάβει στην Έκθεσή  τους τις δυσκολίες και τα προσκόμματα που οι αρμόδιες αρχές παρουσιάζουν στις ανάγκες των τοπικών Ορθοδόξων κοινοτήτων να αποκτήσουν ναούς στο Αργυρόκαστρο, αλλά και την Αυλώνα.
 Η συμπερίληψη αυτής της απαράδεκτης κατάστασης, όπου σε ιδιόκτητο οικόπεδο αρνούνται να επιτρέψουν τις κοινότητες ούτως ώστε με δικά τους χρήματα να προχωρήσουν στην κατασκευή ναών αλλά και άλλων ιδρυμάτων για την κάλυψη πνευματικών αναγκών, σημαίνει ότι άμεσα οι Αμερικανοί τάσσονται υπέρ των αιτούντων. Και εκείνοι γνωρίζουν πολύ καλά τη σύνθεση των τοπικών κοινωνιών και τις ισορροπίες, ειδικά αυτό για την περίπτωση της Αυλώνας.
Επιπλέον η Έκθεση αναφέρει το θέμα με την ακίνητη περιουσία την οποία αυθαίρετα είχε δημεύσει το κουμμουνιστικό αθεϊστικό καθεστώς, αλλά και που είκοσι χρόνια μετά η πολιτεία δεν έχει κάνει καμιά πρόοδο στην ανταπόδοση της στους δικαιούχους. Το γεγονός αυτό που οι υπηρεσίες του Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ διαπιστώνουν σε ότι αφορά την ακίνητη περιουσία των θρησκευτικών κοινοτήτων, έρχεται σε πλήρη συνταύτιση με την προ ολίγων ημερών Έκθεση της Κομισιόν της ΕΕ για την Πρόοδο των Ενταξιακών Διαπραγματεύσεων της Αλβανίας.
 Και η ΕΕ επισημαίνει ότι η Αλβανική Κυβέρνηση δεν έχει σημειώσει ουσιαστική πρόοδο στο ζήτημα της επιστροφής της ακίνητης περιουσίας στους δικαιούχους πρώην ιδιοκτήτες και θα πρέπει επειγόντως να προετοιμάσει και εφαρμόσει νομικό πλαίσιο πλήρως εναρμονισμένο με τα ισχύοντα και το κεκτημένο στην ΕΕ.
Ωστόσο όμως, η υιοθέτηση και η έρευνα αυτή απ’ το Στεϊτ Ντιπάρτμεντ αφήνει εντελώς εκτεθειμένη την Αλβανική πολιτεία, η οποία καταργώντας απ’ την περασμένη άνοιξη τις περιφερειακές επιτροπές επιστροφής των περιουσιών, θέλησε να δημιουργήσει την εικόνα ότι έχει ταχτοποιήσει το θέμα. Για τις θρησκευτικές κοινότητες όμως είναι ζωτικής σημασίας η απόκτηση της περιουσίας που διέθεταν. Όχι μόνο για λόγους ιστορικής δικαίωσης, αλλά για να έχουν μια παραγωγική βάση απ’ την οποία θα καλύπτουν τις ανάγκες λειτουργίας τους.
 Ειδικά   η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας παραμένει ο μεγαλύτερος ζημιωμένος απ’ αυτή την αρνητικότητα του κράτους να της αναγνωρίσει και επιστρέψει την περιουσία της. Ακόμη και ναοί και μοναστήρια και άλλα ιερά μέρη δεν έχουν αποδοθεί. Αλλά όχι μόνο γι’ αυτό είναι η μεγάλη ζημιωμένη: κυρίως απ’ το γεγονός ότι γνωστό τοις πάσοι ότι τα ορθόδοξα μοναστήρια διέθεταν μεγάλες επιφάνειες σε καλλιεργήσιμη γης και λιβάδια, αλλά και τα είχαν αυτά σε προνομιούχες περιοχές.
Ειδική αναφορά κάνει η Έκθεση του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες στο γεγονός ότι η ορθόδοξος Εκκλησία στην Αλβανία συνεχίζει χωρίς να έχει καμιά θετική απάντηση να αξιώνει πνευματικές αξίες τις οποίες αυθαιρέτως παρακρατεί το κράτος. Ο λόγος για τα αρχεία της Εκκλησίας, Κώδικες, βιβλία και ειδικά τις ιερές Εικόνες που είχαν δημεύσει με βίαιους τρόπους κατά τον αθεϊστικό διωγμό.
Η σύντομη τούτη αναφορά αποδεικνύει απ’ την μια ότι οι θέσεις της Ορθοδόξου κοινότητας για αδικίες που συνεχίζει να υφίστανται υιοθετούνται, και απ’ την άλλη ότι η αλβανική πολιτεία να διανύσει πολλή ακόμη δρόμο έως την πλήρη εφαρμογή της θρησκευτικής ελευθερίας.
deropoli.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου