Η Αλβανία είναι μια εθνικά ομοιογενής χώρα, με πληθυσμό περίπου ενενήντα οκτώ τοις εκατό Αλβανούς. Σύμφωνα με τις αλβανικές επίσημες πηγές, ο μη αλβανικός πληθυσμός, αποτελείται από εξήντα χιλιάδες Έλληνες, πέντε χιλιάδες Σκοπιανούς και Σερβο-Μαυροβούνιους και μερικές άλλες μικρές φυλετικές κοινότητες.
Ενενήντα έξη τοις εκατό των εθνικά Ελλήνων ζει στην Νότια Αλβανία. (“Report No. 26213-AL: Albania Poverty Assessment,” Human Development Sector Unit Europe and Central Asia Region (World Bank, 2003). For more statistical information refer to For more statistical information refer to Albanian Institute of Statistics, 2003.).
Σκοπιανοί υπάρχουν σε ορισμένα χωριά της νοτιο-ανατολικής Αλβανίας, ενώ οι Μαυροβούνιοι βρίσκονται στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας, κοντά στη Σκόδρα, η μεγαλύτερη πόλη του Βορρά.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτά τα επίσημα στοιχεία είναι υπό αμφισβήτηση.
Σύμφωνα με τις εθνικές ηγεσίες των ομάδων αυτών, ο αριθμός των εθνικά μη Αλβανών, που ζουν στη χώρα είναι τουλάχιστον διπλάσιος από τον αριθμό που αναφέρουν οι επίσημες κρατικές πηγές.
Η πιο σημαντική συζήτηση αφορά την απογραφή των Ελλήνων. Οι ελληνικές πολιτιστικές οργανώσεις, όπως και η Ελληνική Εκκλησία, πιστεύουν ότι δώδεκα τοις εκατό του αλβανικού πληθυσμού, είναι εθνικά Έλληνες ή τετρακόσιες τριάντα χιλιάδες.( CIA WorldFact book.)
Πρόσφατες έρευνες που ελήφθησαν από Έλληνες μελετητές έχουν προσκομίσει τον εκπληκτικό αριθμό των εξήντα χιλιάδων (Koloumbys Veremis Nikolakopoulos, O Elenismos tis Alvanias (Sideris, Athens, 1995).
Η αλβανική κυβέρνηση από την άλλη πλευρά, πιστεύει ότι δεν υπάρχουν πάνω από τριάντα χιλιάδες Έλληνες που ζουν στην Αλβανία.
Παρόλα αυτά φαίνεται ότι η αλβανική κυβέρνηση δεν πρόκειται να προβεί σε επίσημη απογραφή, η οποία θα διευκρινίζει τον πραγματικό αριθμό. Η αλβανική κυβέρνηση φοβάται ότι σε μια εγκεκριμένη απογραφή ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού θα καταγραφεί ως Έλληνες.
Αν και σε ιστορικές και φιλολογικές συζητήσεις στα μέσα ενημέρωσης έχουν αναλωθεί στην αλβανικά εθνολογία, οι μειονοτικοί ηγέτες τις αγνοούν και φαίνονται διατεθειμένοι να μη συμμετάσχουν σε μια πολιτική αναστάτωση. Συνεχίζουν να συνυπάρχουν χωρίς να δημιουργούν εντάσεις.
Επισημαίνεται ότι η Αλβανία είναι η μοναδική μουσουλμανική χώρα μέσα στην χριστιανική Ευρώπη.
Έχει αποδειχθεί ότι η χώρα αυτή έχει ένα εξαιρετικό πρότυπο ειρηνικής διαβίωσης και ανοχής μεταξύ των θρησκευτικών κοινοτήτων, των Μουσουλμάνων, των Χριστιανών, τον Ορθοδόξων, των Καθολικών και των μουσουλμάνων Μπεκτασί που ζουν μαζί ειρηνικά. (Kosta Barjaba, “Recent Implications of Inter-Ethnic Relations in Albania,” Anthropological Journal on European Culture 4 no.1 (1995).
Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, ωστόσο, αυτή η ειρήνη έχει διακοπεί.
Το 1990 Δυτικοί ιεραπόστολοι εισέρευσαν στην Αλβανία και οι παραδοσιακές αλβανικές θρησκευτικές οργανώσεις τους αντιμετώπισαν με καχυποψία και ανησυχία εφαρμόζοντας προς αυτούς ένα είδος ρατσιστικού απομονωτισμού.
Σε αυτές τις περιπτώσεις η θρησκεία συνδέεται με περιοχές, εθνικότητα και πολιτικές σχέσεις. Πολιτικές-θρησκευτικές πελατείες γεννήθηκαν στο πλαίσιο αυτό και εμφανίστηκαν έτσι σε δύο μορφές: τη συμμετοχή των θρησκευτικών αρχών και των οργανισμών στην εγχώρια πολιτική συζήτηση καθώς και την υποστήριξή τους από τα θρησκευτικά ιδρύματα και τις κοινότητες.
Ενώ η Αλβανία έχει αποδείξει σε γενικές γραμμές ότι είναι ένα ανεκτικό έθνος, στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας η οικονομική πίεση και η μαζική μετανάστευση έχει διαμορφώσει έναν καταπονημένο κοινωνικό ιστό που επιδεινώνει τις εντάσεις μεταξύ των πολλών θρησκευτικών και εθνικών κοινοτήτων.
Συγχρόνως με τις εγχώριες εθνικές διαμάχες, υπάρχουν και οι εντάσεις της Αλβανίας με την Ελλάδα.
Στην πραγματικότητα οι αλβανο – ελληνικές σχέσεις εξαρτώνται σε ένα μεγάλο μέρος από το διάλογο που υπάρχει μεταξύ των ελληνικών πληθυσμών της Αλβανίας με την πλειοψηφία του αλβανικού έθνους και αντιστρόφως.
Υπάρχουν τρία βασικά ζητήματα στο επίκεντρο των αλβανο-ελληνικών σχέσεων:
Πρώτον, τα πολιτικά, ανθρωπιστικά, εκπαιδευτικά και πολιτιστικά δικαιώματα της ελληνικής κοινότητας στην Αλβανία.
Δεύτερον, τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα των Αλβανών μεταναστών στην Ελλάδα
και
Τρίτον τα δικαιώματα ιδιοκτησίας του πληθυσμού των τσάμηδων, ο οποίος μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μετακινήθηκε από την Ελλάδα στην Αλβανία.
Οι Έλληνες που αντιπροσωπεύουν τη μειονότητα στην Αλβανία είναι από τις πιο οικονομικές, πολιτιστικές, εκπαιδευτικές και ευημερούσες κοινότητες, γεγονός το οποίο ξεσηκώνει ένα είδος «ελληνο-φοβίας» και ζήλιας μεταξύ των εθνικών ομάδων που ζουν στην χώρα, συμπεριλαμβανομένων των Αλβανών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα πολιτικά δικαιώματα και η πολιτική συμμετοχή των εθνικά Ελλήνων της Αλβανίας να παραμένουν το κύριο σημείο διαφωνίας μεταξύ των δύο κυβερνήσεων.
--
Θα ακολουθήσει το β΄ μέρος
--
*Ο Kosta Barjaba γεννήθηκε στους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας. Απέκτησε πτυχίο Πολιτικών Επιστημών το 1984, διδακτορικό στην Κοινωνιολογία το 1989 και πτυχίο Νομικής το 2000 από το Πανεπιστήμιο των Τιράνων. Το 1999 διορίστηκε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Shkodra. Τον Ιούνιο του 2005, έλαβε το μεταπτυχιακό του στη Δημόσια Διοίκηση (Mid-Career Master) από το Kennedy School.
Επί του παρόντος, ο Kosta είναι Κοσμήτορας της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του νεοσύστατου Μεσογειακού Πανεπιστημίου της Αλβανίας (MUA-Mediterranean University of Albania). Επίσης, είναι εκπαιδευτής κοινωνιολογίας και στρατηγικής διαχείρισης στο ίδιο πανεπιστήμιο.
Βαλκανικό Περισκόπιο - Ἂρθρα & Σκέψεις- Γιῶργος Ἐχέδωρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου