Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος: Ακόμη μια απάντηση στην επίμονη συκοφάντηση




(ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος επανέρχεται με ακόμη μια πολυσέλιδη επιστολή – απάντηση προς τους συκοφάντες του)
ΑΚΟΜΗ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΕ ΕΠΙΜΟΝΗ ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣΗ
του Ἀρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου
καί πάσης Ἀλβανίας κ. Ἀναστασίου
Ὁμότιμου Καθηγητή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
Ἐπίτιμο Μέλος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν
Λυποῦμαι πού εἶμαι ἀναγκασμένος, γιά τρίτη φορά, νά ἀνασκευάσω τίς ἐπίμονες αἰτιάσεις τοῦ κ. Φράσερι. Ἐάν ἐπρόκειτο μόνο γιά ὕβρεις καί συκοφαντίες στό πρόσωπό μου, δέν θά ἀπαντοῦσα πλέον. Ἀλλά, μέ τά ὅσα ἰσχυρίζεται ὁ κ. Φράσερι, ἐπιχειρεῖ νά ἀμφισβητήσει τήν κανονικότητα καί νομιμότητα τῆς σύγχρονης Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας,μιᾶς κοινότητος στήν ὁποία ἀνήκουν ἑκατοντάδες χιλιάδες πιστοί.
Ἐπιπλέον, ἡ ἐπίθεσή του ἐπεκτείνεται στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.

Ἄς ὑποθέσουμε πρός στιγμήν -ὡς ὑπόθεση ἐργασίας- ὅτι ἰσχύει ἡ συκοφαντική θεωρία, τήν ὁποία, ὕστερα ἀπό παρέλευση 18 ἐτῶν, ἐπαναφέρει, ὅτι δηλαδή ὁ Ἀρχιεπίσκοπος εἶναι “παράνομος”. Τότε καί ὅλοι οἱ ἔπίσκοποι, πρεσβύτεροι καί διάκονοι ἀλβανικῆς ὑπηκοότητος πού ἐκεῖνος χειροτόνησε εἶναι … “παράνομοι”. Σέ μιά τέτοια ὑπόθεση, δέν θά ὑπῆρχε σήμερα κανονική ἀλβανική ἱεραρχία καί κλῆρος. Ἐάν ὅμως ὑποτεθεῖ ὅτι κάτι τέτοιο συνέβαινε, ἡ σημερινή Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας, μή ἔχοντας κανονικούς ἐπισκόπους καί κληρικούς, δέν μπορεῖ νά εἶναι “Αὐτοκέφαλη”. Ἀλλ᾽ οὔτε κἄν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία!!. Ἡ ἁπλή αὐτή “ὑπόθεση ἐργασίας”, φανερώνει ποῦ τελικά θά ὁδηγοῦσαν οἱ ἰσχυρισμοί τοῦ κ. ἱστορικοῦ. Προσπαθεῖ νά τοποθετήσει αὐτοσχέδια βραδυφλεγῆ βόμβα στό σημερινό οἰκοδόμημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὅσα ἐκθέτω δέν σημαίνουν “ἀπολογία”, ὅπως, συνεχῶς, τά ὀνομάζει ὁ κ. Φράσερι. Ἁπλῶς σπεύδω νά άπενεργοποιήσω τόν “ἐκρηκτικό μηχανισμό” τῶν συλλογισμῶν καί κατηγοριῶν του.


ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ ΤΟΜΟΣ ΠΕΡΙ ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ 1929
1. Ἀρχίζω μέ τό θέμα τοῦ Καταστατικοῦ τοῦ 1929. Ὁ κ. Φράσερι ἔχει 14 φορές βεβαιώσει τούς ἀναγνῶστες ὅτι αὐτό ἔχει ἐγκριθεῖ καί κατοχυρωθεῖ ἀπό τόν Πατριαρχικό Τόμο μέ τόν ὁποῖο παραχωρήθηκε στίς 12 Ἀπριλίου τοῦ 1937 τό Αὐτοκέφαλο στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας. Κατηγορεῖ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, διότι “κινεῖται ἐναντίον τοῦ Καταστατικοῦ τοῦ 1929, πού ἐνέκρινε μέ τόν Τόμο τοῦ 1937”. Ἀκόμη, μέ ἐλέγχει: “προσβάλατε τό Πατριαρχεῖο πού εἶχε ἐγκρίνει τό Καταστατικό τοῦ 1929”. Ἐπειδή τό ἐν λόγω κείμενο εἶναι θεμελιώδους σημασίας, τό παραθέτουμε σέ Παράρτημα σέ ἄλλη στήλη ὁλόκληρο καί σέ φωτοτυπία τό πρωτότυπο. Ὅπως μπορεῖ νά διαπιστώσει καί ὁ ἁπλός ἀναγνώστης, σέ κανένα σημεῖο δέν ἀναφέρεται τό Καταστατικό τοῦ 1929. Γίνεται, λοιπόν, προφανές πόσο ἀναξιόπιστος εἶναι ὁ κ Φράσερι..
Στήν προηγουμένη ἀπάντηση ἐξήγησα διεξοδικά τό θέμα τοῦ Καταστατικοῦ.
Ὑπενθυμίζω ἐν περιλήψει ὅτι ἀπό πλευρᾶς νομικῆς τό Καταστατικό τοῦ 1929 ἀντικαταστήθηκε ὁριστικά τό 1950 ἀπό τό Γ΄ Συνέδριο Ὀρθοδόξων Ἀντιπροσώπων. Τό τελευταῖο κατάρτισε νέο καταστατικό, τό ὁποῖο στή συνέχεια ἐγκρίθηκε μέ τό ὑπ᾽ ἀριθμ. 1065 Διάταγμα τῆς 4ης Μαΐου 1950 καί ἔγινε Νόμος τοῦ Ἀλβανικοῦ Κράτους. Ἀλλά καί τό Διάταγμα αὐτό ἔπαψε νά ἰσχύει μέ τό Διάταγμα 4337 τῆς 13ης Νοεμβρίου 1967. Μέ τήν ἔλευση τῆς Δημοκρατίας στήν Ἀλβανία, δέν ὑπῆρξε αὐτόματη νεκρανάσταση τῆς παλαιᾶς ἐπί βασιλέως Ζώγου νομοθεσίας. Ἄν εἶχε γίνει κάτι τέτοιο, θά εἶχαν ἐπιστραφεῖ σέ ὅλους τούς κατόχους τους –καί στήν Ἐκκλησία—οἱ περιουσίες καί θά εἶχε ἀνανεωθεῖ ὁ
ρόλος κηδεμονίας τῆς κρατικῆς ἐξουσίας στήν Ἐκκλησία. Ὑπενθὐμισα (31.10.10) ὅτι τό 1992,
2 κατά τή μεταβατική πολιτική περίοδο, τό Δημοκρατικό κράτος τῆς Ἀλβανίας δέν εἶχε ἀκόμη
νέο Σύνταγμα. Εἶχαν ἐγκριθεῖ ἀπό τό πλουραλιστικό Κοινοβούλιο μόνο “Συνταγματικές Διατάξεις”, οἱ ὁποῖες δέν ἀνεφέροντο σέ κανένα Ἐκκλησιαστικό Καταστατικό.
Στό Καταστατικό τοῦ 1929 ὑπάρχουν πολλές διατάξεις πού θέτουν τήν Ἐκκλησία ὑπό τόν ἔλεγχο τοῦ Βασιλέως καί τῆς Κυβερνήσεως, ξένες δηλαδή πρός τό πνεῦμα τόσο τῶν Κανόνων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅσο καί τοῦ δημοκρατικοῦ Συντάγματος τοῦ 1998. Παραθέτουμε ὡς παράδειγμα δύο ἄρθρα: Τό ἄρθρο 15 τοῦ Καταστατικοῦ του 1929 ὁρίζει: “Εἰς περίπτωσιν καθ᾽ ἥν ὁ ἐκλεγείς ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Ἀρχιεπίσκοπος δέν ἐγκριθεῖ ὑπό τοῦ βασιλέως, ἡ Ἱερά Σύνοδος ὑποχρεοῦται νά ἐκλέξει ἕτερον, τόν ὁποῖον προτείνει εἰς τόν βασιλέα πρός ἔγκρισιν καί ἐπικύρωσιν τῆς ἐκλογῆς του διά τῆς ἐκδόσεως διατάγματος”. Ἡ παράγραφος 3 τοῦ ἄρθρου 21 γράφει: “Δι᾽ ἐκτάκτους αἰτίας διασαφηνιζομένας εὐθέως εἰς τό βασιλικόν Διάταγμα, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, οἱ Ἐπίσκοποι καί ὁ μέγας Μητροφόρος Οἰκονόμος, … ἀπαλλάσσονται παραχρῆμα τῶν καθηκόντων αὐτῶν διά βασιλικοῦ Διατάγματος”. Μία Ἐκκλησία, δηλαδή, αἰχμάλωτη στή βούληση καί αὐθεραισία τοῦ ἀνωτάτου ἄρχοντα, καί μάλιστα ἑνός ἀλλοθρήσκου βασιλιᾶ. Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν Αὐτοκεφαλία νοσταλγεῖ καί μέ βάση αὐτό τό Καταστατικό ἤθελε ὁ κ. Φράσερι νά πορευθεῖ ἡ Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας στή νέα περίοδο τῆς Δημοκρατίας, πλήρως ὑποτεταγμένη στήν κοσμική ἐξουσία (καί μάλιστα καί μή Ὀρθοδόξων ἀρχόντων). Αὐτές ὅμως οἱ διατάξεις ἀντιστρατεύονται τούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ὀρθοδοξίας καί στήν ἔννοια τοῦ Αὐτοκεφάλου, πού ἀποκλείει κάθε ἐπέμβαση ὁποιασδήποτε ἐξουσίας ἔξωθεν τῶν δομῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Εὐτυχῶς, ἡ ροή τῶν γεγονότων ἔχει ἀποκλείσει ἕνα τέτοιο ἐνδεχόμενο. Λίγες ἡμέρες μετά τόν Πατριαρχικό καί Συνοδικό Τόμο τῆς 12ης Ἀπριλίου 1937, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἐνημέρωσε μέ Γράμματα τίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες. Χαρακτηριστικά, στά Γράμματα τῆς 19ης Ἀπριλίου 1937 πρός τίς Ἐκκλησίες τῆς Σερβίας καί τῆς Ρουμανίας ἀναφέρει ὅτι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο: “προέβη εἰς τήν ὀργάνωσιν τῆς ἐν Ἀλβανίᾳ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν τῷ συνόλῳ αὐτῆς, ἄνευ διακρίσεως φυλετικῆς, καί ὅτι πᾶσαι αἱ ἐν Ἀλβανίᾳ Κοινότητες, ἀνεξαρτήτως ἐθνότητος μέλλουσιν ἀπολαύειν τῶν αὐτῶν ὅρων ἐκκλησιαστικῆς ἀναπτύξεως καί τῶν αὐτῶν δικαιωμάτων, ἅπερ ἡ Ἐκκλησία ἐφρόντισεν ἐπισήμως κατοχυρῶσαι ἐν ἐπί τούτῳ προσυναφθείσῃ μετά τῆς Ἐντίμου Βασιλικῆς Κυβερνήσεως τῆς Ἀλβανίας Συμφωνίᾳ, …”. Μέ τήν ἀνακήρυξη ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τῆς Αὐτοκεφαλίας, ὅλα τά μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας (Ἀλβανοί, Ἕλληνες, Ἀρουμοῦνοι, Σλάβοι κ. ἄ.) “ἀνευ διακρίσεως φυλετικῆς” ἔχουν “τά αὐτά δικαιώματα”.
Ἐκκλησιαστικῶς, ὁ Πατριαρχικός καί Συνοδικός Τόμος περί τοῦ Αὐτοκεφάλου ἀποτελεῖ νέο θεμέλιο γιά τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας. Καί ἐμμέσως, θέτει στό περιθώριο τό Καταστατικό τοῦ 1929. Οὐσιαστικά, δέν ἀναγνωρίζει ὅτι ὑπῆρχε πρό τοῦ 1937 κανονική Ἁὐτοκέφαλος Ἐκκλησία” στήν Ἀλβανία. Προφανῶς, δέν θά παραχωροῦσε κάτι τό ὁποῖο θά ἀνεγνωριζε, ὅτι ἤδη ὑπῆρχε. Ὁ Τόμος περί Αὐτοκεφαλίας, τό τονίζουμε, θέτει νέο, κανονικό καί ἔγκυρο θεμέλιο. Προκειμένου νά παραχωριθεῖ τό Αύτοκέφαλο, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βησσαρίων ὑποχρεώθηκε νά παραιτηθεῖ (Μάιος 1936), καί ἐξελέγη στήν Κωνσταντινούπολη, ἀρχές Ἀπριλίου 1937, ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο νέα Ἱ. Σύνοδος. Συγχρόνως μέ τόν Τόμο, ἀπεστάλη (12 Ἀπριλίου 1937) “Πατριαρχικόν καί Συνοδικόν Γράμμα πρός τό ἐν Ἀλβανίᾳ Ὀρθόδοξον πλήρωμα”, ἀναγγέλλοντας τά καθέκαστα καί ζητώντας ἀπό τόν Ὀρθόδοξο λαό τῆς Ἀλβανίας νά περιβάλει τή Σύνοδο μέ τήν ἐμπιστοσύνη του. Δέν ἀναφέρεται σέ καμιά προηγούμενη ψῆφο τοῦ λαοῦ, οὔτε τή ζητεῖ.
3 Τό Σύνταγμα τῆς Ἀλβανικῆς Δημοκρατίας, πού ψηφίσθηκε τό 1998 ἀντιμετωπίζοντας τίς νέες συνθῆκες τῆς ἀλβανικῆς κοινωνίας, καθόρισε τόν “λαϊκό” χαρακτήρα τοῦ κράτους (shtet laik) καί μέ δύο ἄρθρα του (ἄρθρον 10 καί ἄρθρο 24) κατοχύρωσε πλήρως τή θρησκευτική ἐλευθερία καί τήν ἀνεξαρτησία τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων. Ἔτσι, βάσει τοῦ ἄρθρου 10, ἡ Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας μαζί μέ τίς ἄλλες θρησκευτικές κοινότητες τῆς χώρας, ἀναγνωρίζεται ὡς νομικό πρόσωπο καί εἶναι ἀνεξάρτητος εἰς τήν διοίκησιν καί τήν διαχείρισιν τῆς περιουσίας αὐτῆς “συμφώνως πρός τίς ἀρχές, τούς νόμους καί τούς κανόνες αὐτῆς”. Ὅπως ἐξήγησα, ἡ μετά τήν ἔλευση τῆς Δημοκρατίας Κληρικο-λαϊκή Συνέλευση ἔγινε τό 1993, καί ἡ τελευταία, αὐτή, πού ἐνέκρινε τό νέο Καταστατικό μετά τήν ἔκδοση τοῦ Συντάγματος τοῦ 1998, πραγματοποιήθηκε τό 2006 μέ συμμετοχή 257 ἀντιπροσώπων ἀπό ὅλη τήν Ἀλβανία, συμπεριλαμβανομένων ὅλων τῶν κληρικῶν. Οἱ σημερινές, λοιπόν, σχέσεις μεταξύ τοῦ Κράτους καί τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας στηρίζονται στά προαναφερθέντα ἄρθρα 10 καί 24 τοῦ ἀλβανικοῦ Συντάγματος καί ρυθμίζονται λεπτομερῶς ἀπό τή “Συμφωνία μεταξύ τοῦ Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου καί τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας”. Ἡ Συμφωνία αὐτή, ἀφοῦ ἐπικυρώθηκε ἀπό τό Κοινοβούλιο, ἔγινε Νόμος τοῦ κράτους –Νόμος 10057/22.1.2009.
ΕΚΛΟΓΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ
2. Σχετικῶς μέ τό θέμα τῆς ἐγκυρότητος τῆς ἐκλογῆς καί τῆς ἐνθρονίσεως, στήν ὁποία ἐπανέρχεται ὁ κ. Φράσερι ἀναμασώντας τίς ἴδιες φράσεις καί βεβαιώνοντας ὅτι “δέν τηρήθηκαν οἱ κανόνες” –ποιοί κανόνες; Ἐπίσης εἶναι ἀναληθές ὅτι στίς 2.8.1992 ἐρωτήθηκαν οἱ “παρευρισκόμενοι πιστοί ἐάν συμφωνοῦσαν”. Ἄλλοι ἔχουν ἀναφερθεῖ σέ περιγραφικές λεπτομέρειες τῆς ἡμέρας ἐκείνης. Ἐγώ προχωρῶ στήν οὐσία, τή νομοκανονική πλευρά καί ὑπογραμμίζω ὅτι ἡ ἄναφώνηση ἀπό ὁποιαδήποτε ὁμάδα τῆς λέξεως ἀνάξιος δέν συνεπάγεται καμία ἀκύρωση οὔτε τῆς ἐκλογῆς οὔτε τῆς ἐνθρονίσεως. Κανένας ἐκκλησιαστικός Κανόνας δέν ἀναφέρει ἤ ὑπονοεῖ κάτι τέτοιο. Παρέπεμψα τόν κ. Φράσερι σέ βασικά ἔργα Κανονικοῦ Δικαίου. Ἐκεῖνος μονότονα ἐπαναλαμβάνει τήν κατασκευασμένη θεωρία του.
Ἰσχυρίζεται ὅτι τό 1991 ὑφίστατο Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία ἐπειδή ὑπῆρχαν μερικές ὁμάδες πιστῶν πού εἶχαν ἀνθέξει στόν διωγμό τοῦ προηγουμένου καθεστῶτος. Σύμφωνα μέ τό Κανονικό Δίκαιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, χωρίς τήν παρουσία ἐπισκόπου δέν ὑφίσταται ἐπισκοπή οὔτε, πολύ περισσότερο, Αὐτοκέφαλη τοπική Ἐκκλησία. Ἡ ἐκκλησιαστική πραγματικότητα τοῦ 1991 ἦταν, ὡς γνωστό, ἐρείπια καί μόνο ἐρείπια. Ἀνέχεια καί ἐγκατάλειψη. Καί κάθε περιουσιακό στοιχεῖο δημευμένο ἀπό τό κράτος. Τήν ἀλήθεια πού ἐξέθεσα τή γνωρίζουν ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀνά τόν κόσμο. “Ἀπρεπῆ παραμύθια”, λοιπόν, εἶναι ὅσα αὐθαίρετα, χωρίς γνώση καί ἐπιστημονικά στηρίγματα ἰσχυρίζεται ὁ κ.Φράσερι. Ἐπιτέλους, ἄς καταλάβει κάποτε, ὅτι δέν δικαιοῦται νά ἀποφαίνεται γιά τό Κανονικό Δίκαιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τίς ἐλάχιστες, ἀποσπασματικές γνώσεις πού διαθέτει.
3. Στό στόχαστρο τοῦ κ. Φράσερι αὐτή τή φορά προστίθεται τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ὁ σημερινός Πατριάρχης του Παναγιώτατος κ. Βαρθολομαῖος, μιά μεγάλη μορφή, καταξιωμένη ὄχι μόνο στόν Ὀρθόδοξο ἀλλά καί σέ ὅλο τόν χριστιανικό καί τόν μή χριστιανικό κόσμο, γνωστός γιά τή θεολογική του συγκρότηση καί εὐθυκρισία, ὁ ὁποῖος μάλιστα εἶναι διδάκτωρ καί τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου τοῦ φημισμένου Πανεπιστημίου Gregoriana τῆς Ρώμης. Δίνει, λοιπόν, ἀναδρομικά συμβουλές γιά τό τί ἔπρεπε νά εἶχε κάνει καί τόν ἐπιπλήττει γιά τίς δῆθεν παραβάσεις του. Τά σχόλια εἶναι περιττά. Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο εἶναι ἕνας θεσμός οἰκουμενικός δεκαέξι αἰώνων, ἀνεξάρτητος, φερέγγυος· δέν ἔχει ὑποχωρήσει σέ ἐθνικιστικές ἀπαιτήσεις, οὔτε τῆς ἑλληνικῆς4
κυβερνήσεως, οὔτε τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, οὔτε ἄλλης χώρας, καί πολύ περισσότερο σέ
ἀφελεῖς θεωρίες ἀνθρώπων ἀσχέτων πρός τά ἐκκλησιαστικά θέματα.
Ὅταν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας εἶχε πλήρως διαλυθεῖ, μετά τόν σκληρό διωγμό, ἡ ἴδια
Ἐκκλησιαστική ἀρχή, τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο πού εἶχε δώσει τόν Τόμο τοῦ αὐτοκεφάλου,
ἔλαβε μέ ταχύτητα νέες πρωτοβουλίες γιά νά ἀναστηλώσει τό Αὐτοκέφαλο, ἐκλέγοντας νέα
ἐκκλησιαστική ἡγεσία. (Βλ. ἀναλυτική περιγραφή τῶν γεγονότων σέ προηγούμενη ἀπάντησή
μου). Τονίζω καί πάλι ὅτι ἡ πρώτη κανονική Ἱερά Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Αὐτοκεφάλου
Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας, τόν Ἀπρίλιο 1937, ἐξελέγη ἐπίσης στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό τό
Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο,
Ὁ κ. Φράσερι διερωτᾶται γιατί μιά ἀνάλογη παρέμβαση δέν ἔγινε στίς ἄλλες Ὀρθόδοξες
Ἐκκλησίες, πού εἶχαν ἐπίσης ὑποστεῖ κομμουνιστικό διωγμό. Ἡ ἀπάντηση εἲναι ἁπλή. Οἱ ἄλλες
Ἐκκλησίες (Ρωσίας, Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας) δέν ἔπαυσαν νά ἔχουν κανονική Ἱ.
Σύνοδο καί ἐπισκόπους οὔτε οἱ κληρικοί τους νά τελοῦν τή θεία Λειτουργία. Στήν Ἀλβανία
εἶχε καταργηθεῖ κάθε ἔκφραση ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας ἐπί 23 χρόνια. Οὔτε Σύνοδος, οὔτε
ἐπίσκοποι διατηρήθηκαν. Οἱ μικρές, ἀνοργάνωτες ὁμάδες πιστῶν, πού ὑπῆρχαν τό 1991 χωρίς
ἐπίσκοπο, δέν συνιστοῦσαν ζῶσαν “Αὐτοκέφαλον Ἐκκλησίαν”. Βασική ἐκκλησιαστική ἀρχή
εἶναι ὅτι ἄνευ ἐπισκόπου δέν ὑπάρχει Ἐκκλησία. Ἄν εἶχε ὑπάρξει καί ἕνας ἐπίσκοπος,
προφανῶς ἡ διαδικασία τῆς ἀναστηλώσεως τῆς Ἐκκλησίας θά ἦταν διαφορετική.
Τό μόνο, λοιπόν, σοβαρό ἐκκλησιαστικό κείμενο, πού εἶχε κανονικό κύρος κατά τή
μεταβατική περίοδο τοῦ 1991-92, γνωστό στήν ἀνά τόν κόσμο Ὀρθοδοξία, ἦταν ὁ
Πατριαρχικός Τόμος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου περί αὐτοκεφάλου καί οἱ ἱεροί Κανόνες.
Βάσει αὐτῶν ἀνασυγκροτήθηκε ἡ Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας σέ γερά
κανονικά θεμέλια, καί γι᾽ αὐτό ἀναγνωρίζεται ἀπό ὅλες τίς ἄλλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες τοῦ
κόσμου.
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ – ΣΧΕΣΕΙΣ – ΠΟΡΟΙ
4. Ὁ κ. Φράσερι ἐπιμένει νά βλέπει τήν Ἑλλάδα ὡς χώρα ἐχθρική, καί καθέναν πού
σχετίζεται μέ αὐτήν ὡς ἐπικίνδυνο. Ἀναμοχλεύει οἰκογενειακές τραυματικές ἐμπειρίες τοῦ
πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου καί βλέπει ὡς “ὀχιές” τούς ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς πού ἔρχονται
ἀπό τήν Ἑλλάδα. Μέ ὑποτιμητικές φράσεις, καλλιεργεῖ καχυποψία καί ἐχθρότητα. Στή θεωρία
του αὐτή προσπαθεῖ νά συμπεριλάβει; καί τόν Ἀρχιεπίσκοπο. Παραθεωρεῖ ὅλο τό σύγχρονο
φάσμα τῶν ἑλληνο-αλβανικῶν σχέσεων (ἐπενδύσεις σέ διαφόρους τομεῖς βιομηχανίας,
ὑγείας, ἑκατοντάδες χιλιάδες Ἀλβανούς ἐργαζομένους στήν Ἑλλάδα, συνεργασία στό ΝΑΤΟ,
στήν πορεία τῆς Ἀλβανίας πρός τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση κ.τ.λ.) καί ἀναπαράγει τό κλίμα
παλαιοτέρων ἐποχῶν. Ἀπό ὅ,τι γνωρίζω, οἱ κυβερνήσεις καί τά μεγάλα πολιτικά κόμματα, τόσο
τῆς Ἀλβανίας ὅσο καί τῆς Ἑλλάδος, τονίζουν ἀντιθέτως ὅτι οἱ σχέσεις τῶν δύο χωρῶν εἶναι
φιλικές ἕως ἄριστες. Προφανῶς, δέν λείπουν οἱ ὁμάδες, οἱ ὁποῖες ἐπιμένουν στήν
ἀντιπαλότητα καί ἐχθρότητα. Ἐγώ, ὅπως ἐπανειλημμένως ἔχω δηλώσει, μέ λόγο καί ἔργο
πιστεύω ὅτι ὁ μόνος δρόμος γιά τό μέλλον εἶναι ἡ εἰλικρινής συνεργασία καί αλληλεγγύη τῶν
γειτονικῶν λαῶν. Ποτέ δέν διανοήθηκα τό παραμικρό ἐναντίον τῆς ἀκεραιότητος καί τῆς
ἀξιοπρεπείας καμιᾶς χώρας. Εἶμαι βέβαιος ὅτι μόνον ὅσοι ἐργάζονται εἰλικρινά γιά τήν
καλλιέργεια ἀμοιβαίου σεβασμοῦ, φιλίας καί ἀλληλοκατανοήσεως συμβάλλουν οὐσιαστικά
στήν εἰρηνική διαβίωση καί τήν πρόοδο τῶν δύο λαῶν.
5. Ὁ κ. Φράσερι δηλώνει ὅτι ἀνησυχεῖ διότι “σέ συνεργασία μέ τόν τωρινό Πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖο παραβιάζεται τό Αὐτοκέφαλο τῆς Ὀρθοδόξου
Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἀλβανίας καί ὅτι αὐτή μεταμορφώνεται σέ μιά “Ἁὐτοκέφαλη
Ἑλληνική Ἐκκλησία᾽ στήν Ἀλβανία”. Δέν χρειάζεται νά ἀνησυχεῖ οὔτε αὐτός οὔτε οἱ περί
5
αὐτόν. Ἐπί 19 ἔτη, μέ ἐπίπονη καί συνεχῆ προσπάθεια ἀγωνίσθηκα γιά νά ἐκπαιδευθοῦν ὡς
στελέχη τῆς Ἐκκλησίας μας κληρικοί ἀλβανικῆς ὑπηκοότητος καί νά τούς προετοιμάσω νά
ἀντιμετωπίσουν τό μέλλον. Οἱ τρεῖς ἀρχιερεῖς, οἱ τρεῖς ἀρχιμανδρίτες, οἱ 130 πρεσβύτεροι καί
διάκονοι, πού ἀποτελοῦν τόν σημερινό κλῆρο, οἱ 750 περίπου ὑπάλληλοι πού ἐγάζονται σέ
διάφοφες ὑπηρεσίες, σχολεῖα, ἰατρεῖα κ.λπ. καί οἱ ἑκατοντάδες χιλιάδες Ἀλβανοί πολίτες πού
γεμίζουν τούς ναούς, ἀποδεικνύουν μέ τόν πιό περίτρανο τρόπο τό ἀβάσιμο τῆς ἀνησυχίας
τους. Ὅσο γιά τούς Ἕλληνες ὑπηκόους πού διακονοῦν σήμερα στήν Ἀλβανία, ἐκτός τοῦ
Ἀρχιεπισκόπου εἶναι μόνο ἄλλοι τέσσερις κληρικοί καί τέσσερις Ἑλληνίδες. Ἐπίσης, τέσσερις
Ἀμερικανίδες καί δύο Ἀμερικανοί λαϊκοί. Ἄς ἐξετάσει ὁ κ. Φράσερι πόσες ἑκατοντάδες ξένοι,
ἀπό κοντινές καί μακρυνές χῶρες, ἐργάζονται γιά ἄλλες θρησκευτικές κοινότητες.
Ἀπό τά ἐρείπια ἀγωνισθήκαμε μαζί μέ τούς συνεργάτες μου, ἐντοπίους καί ξένους, νά
ἀνασυστήσουμε, νά ὀργανώσουμε καί νά ἀναπτύξουμε αὐτή τήν τοπική Ἐκκλησία, μέ
εὐρύτατες κοινωνικές δραστηριότητες, μέ μοναδικό σκοπό νά παραδώσουμε τή σκυτάλη στή
νέα γενεά Ἀλβανῶν κληρικῶν, οἱ ὁποῖοι θά μπορέσουν νά ἐπιβιώσουν καί νά ἀνθέξουν στίς
ποικίλες πιέσεις καί δυσκολίες τοῦ μέλλοντος.
6. Ὅσο γιά τήν οἰκονομική βοήθεια πού ἔχει ἔλθει ἀπό τό ἐξωτερικό, δέν ἀποτελεῖ
κάποιο κρυφό μυστικό πού τάχα ἀποκαλύπτει ὁ κ. Φράσερι. Σέ ὅλα αὐτά τά 19 δύσκολα χρόνια,
ἡ Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας εἶχε ἐλάχιστους πόρους. ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία
εἶχε καί ἔχει τεράστιες ἄμεσες ἀνάγκες ἐπιβιώσεως, συντηρήσεως τῶν κληρικῶν, τῶν ἄλλων
διοικητικῶν ὀργάνων καί τῶν προγραμμάτων τά ὁποῖα ἔχει ἀναπτύξει. Γιά ὅλα αὐτά, χάρη στό
διεθνές κύρος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἔχουν συρρεύσει πολλές βοήθειες ἀπό διάφορες χῶρες –
Ἀμερική, Ἑλλάδα, Αὐστραλία, Τουρκία, Δανία, Γερμανία, Ἑλβετία, Ὁλλανδία κ.ἀ. Προφανῶς,
περισσότερους γνωστούς καί φίλους ἔχουμε στήν Ἑλλάδα (π.χ. ἕνας ἁπλός πιστός μᾶς ἄφησε
ὁλόκληρη τήν περιουσία του, 3,5 ἑκατομμύρια Εὐρώ). Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, λοιπόν, ἔχει καταστεῖ
μαγνήτης καί γέφυρα γιά νά ἔλθουν δωρεές ἑκατομμυρίων Εὐρώ καί Δολλαρίων. Μέ τούς
οἰκονομικούς αυτούς πόρους ἔχουν ἀνακουφισθεῖ καί ἀνακουφίζονται χιλιάδες πονεμένοι
ἄνθρωποι, σπουδάζουν παιδιά, θεραπεύονται ἀσθενεῖς. Ἔχουν ἐπίσης διατεθεῖ ὄχι μόνο γιά
ἐκκλησιαστικές ὑποδομές, ἀλλά καί γενικότερα, γιά τό κοινωνικό ἔργο στήν Ἀλβανία.
Ὑπενθυμίζω ὅτι στήν κρίση τοῦ 1999, μέσω τοῦ “Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν” καί τῆς
“Διασκέψεως Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν”, τῶν ὁποίων εἴμαστε μέλη, κατορθώσαμε νά
συγκεντρώσουμε 12.000.000.- δολλάρια, μέ τά ὁποῖα βοηθήσαμε περίπου 33.000.- πρόσφυγες
ἀπό τό Κοσσυφοπέδιο.
Ἐκτός αὐτοῦ τοῦ πολυσύνθετου ἔργου, στό ὁποῖο ἔχουμε ἀναφερθεῖ σέ ἄλλη εὐκαιρία,
ὑπάρχει μία σαφής συμβολή στήν ὅλη οἰκονομία τῆς Ἀλβανίας. Χιλιάδες ἄνθρωποι ἔχουν βρεῖ
ἐργασία, πληρώνονται φόροι, ἐνισχύεται ἡ οἰκονομία. Ἀντί, λοιπόν εὐχαριστίας καί
εὐγνωμοσύνης, ἐπιχειροῦν ὁρισμένοι καί γι᾽ αὐτά ἀκόμη νά μᾶς κατηγορήσουν. Οἱ ἐπαΐοντες
γνωρίζουν, ἀλλά καί ὁ ἁπλός λαός διαισθάνεται, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία τῆς
Ἀλβανίας, ὑπό τήν ἡγεσία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ἔχει ἀναμφισβήτητα εὐεργετήσει τή χώρα καί
ἔχει βοηθήσει στήν πρόοδό της.
ΑΝΑΚΡΙΒΗ ΚΑΙ ΑΝΙΣΤΟΡΗΤΑ
7. Ὑπάρχουν ἀκόμη πολλά σημεῖα ἀνακριβῆ καί ἀβάσιμα στό κείμενο τοῦ κ. Φράσερι, μέ
μακρές παρεκβάσεις, ἐκτός θέματος, καί μέ πολλές ἱστορικές ἀνακρίβειες, οἱ ὁποῖες, ἐάν
ἐπεκτεινόμεθα, θά ἀπαιτοῦσαν πολλές σελίδες. Στήν προηγούμενη ἀπάντησή μου
ὑπογράμμισα πολλές ἀνακρίβειες (σέ ὀνόματα καί χρονολογίες), πού ἐκθέτουν τόν ἱστορικό.
Ἐπίσης, ἔγραφα (31.10.10) “Κληρικολαϊκή ἀντιπροσωπεία ἐπισκέφθηκε τό Οἰκουμενικό
Πατριαρχεῖο, 5-8.6.1992”. Ὁ κ. Φράσερι παραποιεῖ τήν πληροφορία καί σχολιάζει: “μπορεῖ νά
6
θεωρηθεῖ ὡς ἀντιπροσωπεία μιά ἐπιτροπή ἀποτελουμένη μόνο ἀπό δύο ἄτομα ἀπό τούς
ὁποίους κανένας δέν ἦταν κληρικός;” Στήν Ἐπιτροπή, ἡ ὁποία εἶχε ἐκλεγεῖ ἀπό τό Γενικό
Ἐκκλησιαστικό Συμβούλιο συμμετεῖχαν, ἐκτός των δύο λαϊκῶν, καί τρεῖς κληρικοί (ὁ π.
Κοσμᾶς Κύριο, ὁ π. Γάκης Πέτρι καί ὁ π. Ἰωάννης Τρεμπίτσκα).
Σέ ἄλλο σημεῖο, παραθέτει μιά φωτοτυπία ἑνός κατασκευασμένου κειμένου ἀπό
περίεργες Ὑπηρεσίες τοῦ 1991-92. Μέ ἐλάχιστη κριτική σκέψη, ἀπό τίς ἐσωτερικές μαρτυρίες
αὐτοῦ τοῦ κειμένου καταλαβαίνει κάθε σοβαρός μελετητής πόσο εἶναι ἀσυνάρτητο καί
πλαστό. Καί βεβαίως, ποτέ δέν πραγματοποιήθηκαν καί ἐπαληθεύθηκαν οἱ προρρήσεις του. Οἱ
ὑπεύθυνοι ἱστορικοί δέν ἀντιγράφουν ὁποιοδήποτε κείμενο κυκλοφορεῖ.
Ὅσο γιά τή δῆθεν προσβολή τοῦ κ. Φράσερι ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο, τά ὅσα ἰσχυρίζεται
μέ τόσο πεῖσμα, αὐτά τόν προσβάλλουν. Ἐγώ ἁπλῶς τά ἐπισημαίνω. Ἐκεῖνος αἰφνιδίως ἄρχισε
ἕνα ἀνεπίτρεπτο ὑβρεολόγιο ἐναντίον μου. Ὡς ἐπικεφαλῆς τῆς Ὀρθοδόξου Κοινότητος πού
βάλλεται ἀδίκως τόν τελευταῖο καιρό ἀπό διάφορους κύκλους, γεγονός πού τελικά
ὑπονομεύει τήν ἴδια τή διαθρησκειακή ἁρμονία, ἔχω χρέος νά τήν ὑπερασπισθῶ
ἀποκαλύπτοντας τήν ἀλήθεια. Ἤμουν ἐπίσης ὑποχρεωμένος, ὑπενθυμίζοντας τήν
ἐπιστημονική καί θεολογική μου ἁρμοδιότητα –πού στίς πρῶτες του ἀπαντήσεις εἶχε
ὑποτιμητικά παραμερίσει– νά ἀποσαφηνίσω τήν ἀλήθεια.
Ὁ κ. Φράσερι, ἀφοῦ ἐπί πολλά χρόνια ἀνέπτυξε καλές ἕως φιλικές σχέσεις μαζί μας,
ἰσχυρίσθηκε ξαφνικά ὅτι ξύπνησαν οἱ πρῶτες του ἀμφιβολίες μετά τή δική μου δήλωση γιά τή
δολοφονία τοῦ Ἀλ. Γκούμα, στήν ὁποία ἔκανα ἔκκληση γιά “νηφαλιότητα καί ἀποφυγή
αὐτοδικίας”. (Βλ. ὁλόκληρο κείμενο στήν προηγούμενη ἀπάντησή μου). Καί πάλι ἐπιμένει:
“θρηνήσατε δημόσια τόν ἀτυχῆ Α. Γκούμα σάν ἕνα ἑλληνορθόδοξο μάρτυρα”. Κάτι τέτοιο ποτέ
δέν συνέβη. Κατόπιν τούτου, ἀπεφάσισε νά ἐπιχειρήσει καί αὐτός νά κλείσει βίαια τό στόμα
τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καί νά τόν θάψει ἱστορικά μέ καταιγισμό συκοφαντιῶν καί ἀσύστολη
παραπληροφόρηση τοῦ κοινοῦ. Στά 81 χρόνια τοῦ βίου μου, πού διανύθηκε σέ διαφορετικές
ἑκάστοτε συνθῆκες καί χῶρες, δέν ἔχω ἀκούσει ἤ διαβάσει τέτοιες ἐμπαθεῖς ὕβρεις. Ἐπί τῇ
εὐκαιρίᾳ, σημειώνω ὅτι δέν κρατῶ “μνησικακία” γιά τόν κ. Φράσερι· προσωπικά τόν ἔχω ἤδη
συγχωρήσει.
Δύο τελευταῖα δείγματα τοῦ βαθμοῦ ἱστορικῆς ἀξιοπιστίας τοῦ κ. Φράσερι. Τό πρῶτο
σχετίζεται μέ τό ὄνομα μιᾶς διακεκριμένης δημοσιογράφου τῆς μεγάλης ἐγκύρου ἐφημερίδος
τῶν Ἀθηνῶν Τό Βῆμα, της κυρίας Μαρίας Ἀντωνιάδου. Ὁ κ. Φράσερι, μέ τήν ἰδιότητά του ὡς
ἱστορικοῦ, σπεύδει νά βεβαιώσει ὅτι “ἡ κυρία Ἀντωνιάδη, ἡ ὁποία ἀμφιβάλλω ἄν εἶναι
Ἑλληνίδα, εἶναι Ἀλβανίδα, ἀπό τή γνωστή οἰκογένεια τῆς Χειμάρρας Ἀντόνι, καί ὡς
γραικομανής ἔχει ἀλλάξει τό ἐπώνυμο καί μαζί μέ τό ἐπώνυμο ἔχει ἀλλάξει καί τή συνείδηση”
(!!). Ἐκείνη ὅμως, καί ὅσοι τή γνωρίζουμε, γελοῦν μέ τό ἱστορικό εὕρημα. Διότι εἶναι εὐρέως
γνωστό ὅτι ἡ οἰκογένειά της κατάγεται ἀπό τόν Πόντο τῆς Μ. Ἀσίας.
Ἐκεῖ ὅμως πού ὁ κ. Φράσερι ξεπερνᾶ κάθε ὅριο ἱστορικῆς σοβαρότητος εἶναι ὅταν
ἀποφαίνεται ὅτι “ὁ Χριστός ἔδωσε ἐντολή στούς ἀποστόλους του νά δημιουργήσουν ἐθνικές
Ἐκκλησίες καί αὐτή ἡ ἀρχή παραβιάσθηκε ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο”(ϛ!!). Κάθε
μορφωμένος χριστιανός μπορεῖ νά ἀντιληφθεῖ τό ἐπίπεδο γνώσεως καί ἐγκυρότητος τοῦ
ἱστορικοῦ σχετικά μέ τή βιβλική θεολογία καί τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία.
Δέν θά ἐπεκταθῶ περισσότερο σέ ἐπί μέρους σημεῖα. Δέν νομίζω ὅτι ἔχει πλέον νόημα
περαιτέρω συζήτηση καί ἀντιπαραθέση. Ἡ Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας
ἔχει ἤδη, δόξα τῷ Θεῷ, ἀνασυγκροτηθεῖ πλήρως ἀπό τά ἐρείπια, στά ὁποῖα τήν εἶχε ὁδηγήσει
ὁ ἀθεϊστικός διωγμός. Ἀναπτύσσεται δημιουργικά, μέ συνεχῆ ἀγώνα, παρηγορώντας τόν λαό
καί ἀνακουφίζοντας τόν ἀνθρώπινο πόνο. Σ᾽ αὐτό τό ἔργο ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἔχει ἀφιερώσει
7
ὅλες του τίς δυνάμεις καί ἀγωνίζεται ἐπί 19 ὁλόκληρα χρόνια, συμμετέχοντας στίς κακουχίες,
τίς στερήσεις καί τίς δοκιμασίες τοῦ λαοῦ. Ἡ σημερινή Ὀρθόδοξος Αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία
τῆς Ἀλβανίας ἔχει καλλιεργήσει ἐγκάρδιες σχέσεις μέ τίς ἄλλες θρησκευτικές κοινότητες
συντελώντας στήν ἁρμονική συμβίωση τῆς ἀλβανικῆς κοινωνίας. Καλλιεργεῖ ἐπίσης φιλικές
σχέσεις μέ τίς Ἐκκλησίες τῶν γειτονικῶν χωρῶν καί, γενικότερα, τόν χριστιανικό κόσμο.
Ἐργάζεται γιά τήν ἐνίσχυση τῆς φιλίας καί ἀλληλεγγύης μεταξύ τῶν λαῶν τῆς Βαλκανικῆς καί
συμβάλλει γενικῶς στήν κοινωνική ἄνοδο καί πρόοδο τῆς Ἀλβανίας.
Τίρανα, 3 Δεκεμβρίου 2010.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου